- εντεροτομία
- η(ιατρ.)1. τομή στα τοιχώματα εντερικής έλικας.2. χειρουργική επέμβαση για εξάλειψη έδρας αφύσικης εξαιτίας τραυματισμού.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
εντεροτομία — η η τομή έλικας τού εντέρου … Dictionary of Greek